Προσφορά!

Quartet No. 1 in G Minor Op. 15 του Βασίλη Καλαφάτη

30,00 24,00

Περιγραφή

Ο Βασίλης Καλαφάτης, γόνος ελληνικής οικογένειας εμπόρων, γεννήθηκε στην Ευπατορία της Κριμαίας το 1869. Αν και πολύ γνωστός στους ρωσόφωνους μουσικολόγους, παραμένει σχεδόν άγνωστος στον υπόλοιπο κόσμο. Και όμως, ο Βασίλης Καλαφάτης δεν ήταν μόνο μαθητής του Rimsky-Korsakov, αλλά ήταν και ο ίδιος δάσκαλος σύνθεσης στο Ωδείο της Αγίας Πετρούπολης, από το 1901 έως το 1929 (από το 1912 ως Καθηγητής Σύνθεσης), με τους Boris Asafyev, Heino Eller, Khristofor Kushnaryov, Vladimir Shcherbachyov, Igor Stravinsky, Anoushavan Ter-Gevondyan και Maria Yudina να συγκαταλέγονται μεταξύ των μαθητών του. Ήταν μέλος του Κύκλου του Belyayev, τα έργα του εκδίδονταν από τον οίκο Edition M. P. Belaieff (με έδρα τη Λειψία), ήταν μεταξύ αυτών που είχαν λάβει το Βραβείο Glinka, που είχε θεσπίσει ο Belyayev το 1884 και συνοδευόταν από το χρηματικό έπαθλο των 3000 ρουβλίων, και είχε επίσης τιμηθεί με το Βραβείο Belyayev. To 1928 του απονεμήθηκε το δεύτερο βραβείο στον Διεθνή Διαγωνισμό Schubert για το συμφωνικό του ποίημα Légende [Θρύλος], το οποίο συνέθεσε ειδικά για την περίπτωση.1
    Ο Καλαφάτης εξέδωσε επίσης το λεξικό Sputnik muzykanta [Το εγχειρίδιο του μουσικού, Αγία Πετρούπολη, 1911],2 και μετέγραψε για πιάνο – τέσσερα χέρια τη Δεύτερη Συμφωνία του Scriabin και διάφορα έργα του Lyadov.3 Η Συμφωνία του σε λα ελάσσονα (1899) παιζόταν συχνά στα Ρωσικά Συμφωνικά Κοντσέρτα και ο ίδιος παρακολουθούσε τακτικά τις περίφημες ‘Βραδιές Παρασκευής’ του Belyayev. Το τελευταίο έργο του, Zvezdy Kremlya [Τα αστέρια του Κρεμλίνου], συνετέθη το 1941 και παρουσιάστηκε ξανά το έτος 2010, μαζί με αρκετά άλλα έργα του, στο 19ο Διεθνές Φεστιβάλ των Τεχνών στην Αγία Πετρούπολη, τιτλοφορούμενο ‘Πόλεμος και Ειρήνη’.4 Ο Καλαφάτης πέθανε από λιμό, κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Λένινγκραντ, το 1942.

    Το αρχείο του συνθέτη φυλάσσεται τώρα στη βιβλιοθήκη του Εργαστηρίου Ελληνικής Μουσικής του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου. Ο παρών τόμος παρουσιάζει, για πρώτη φορά, σε κριτική έκδοση, το Κουαρτέτο Εγχόρδων σε σολ ελάσσονα, έργο 15, και το Κουαρτέτο Εγχόρδων σε φα μείζονα, έργο 22.
    Τα κουαρτέτα δεν εξεδόθησαν ποτέ, όμως υπάρχουν ενδείξεις στις πάρτες του έργου 22 ότι μπορεί να εκτελέστηκε, πράγμα το οποίο μας οδηγεί στην υπόθεση πως ίσως γράφτηκε για τις ‘Μουσικές Παρασκευές’ του Κύκλου του Belyayev, μετά τον θάνατο του Belyayev όμως. Κρίνοντας από το υπόλοιπο αρχείο του συνθέτη, είναι ασυνήθιστο το ότι παρέλειψε να χρονολογήσει τα χειρόγραφα αυτών των δύο κουαρτέτων. Σύμφωνα με τον κατάλογο που κατάρτισε ο γιος του Καλαφάτη Anatoli, πάντως, και τα δύο γράφτηκαν κατά την περίοδο 1906‒07.5 
    Αμφότερα αποτελούνται από τέσσερα μέρη. Το έργο 15 είναι, από κάθε άποψη, το πιο κλασικό σε ύφος από τα δύο —παρά τις ποικίλες ιδιομορφίες και τα ευδιάκριτα ρωσικά στοιχεία του— με το δεύτερο μέρος στην καθιερωμένη υποδεσπόζουσα. Το έργο 22 έχει ασυνήθιστο δεύτερο μέρος επίσης, αυτή τη φορά όχι στην υποδεσπόζουσα, αλλά στην υπομέση. Και τα δύο κουαρτέτα δείχνουν μια προτίμηση για ζωηρούς ρυθμούς αέναης κίνησης και έντονο χρωματικισμό, καθώς και για πολυφωνία, κανόνες και μίμηση. Το έργο 15 είναι το πιο αντιστικτικό από τα δύο κομμάτια, με πιο αυστηρό, πιο συγκρατημένο και διακριτικό ύφος· το έργο 22 είναι πιο χρωματικό, μεγαλοπρεπές και τολμηρό στις μουσικές χειρονομίες του. Τα δεύτερα μέρη είναι βασισμένα σε θέματα στο ύφος των ρωσικών λαϊκών τραγουδιών.6 Και στα δύο κουαρτέτα τα Scherzi περιλαμβάνουν άκρως λυρικά επεισόδια, αν και η δομή του Scherzo στο έργο 15 πλησιάζει περισσότερο στη φόρμα σονάτας παρά στο σκέρτσο και τρίο, με κανονική εισαγωγή, έκθεση, ανάπτυξη και επανέκθεση (μολονότι σύντομη), ενώ το πιο τολμηρό έργο 22 αρκείται σε μία απλή τριμερή μορφή σκέρτσου. Το πρώτο και το τελευταίο μέρος ακολουθούν δομή φόρμας σονάτας. 

Τα χειρόγραφα
Για το έργο 15 έχουμε τρεις πηγές στη διάθεσή μας: μία αυτόγραφη παρτιτούρα, καθώς και μία αυτόγραφη σειρά από πάρτες κι ένα προσχέδιο του δευτέρου μέρους (Fuga a 4 Voci). Όλα είναι γραμμένα σε δεμένα μουσικά τετράδια του οίκου Jurgenson της Μόσχας, με εξαίρεση το προσχέδιο, το οποίο είναι γραμμένο σε ένα άδετο δίφυλλο και ένα απλό φύλλο χαρτιού Jurgenson. Όλα σώζονται σε μάλλον κακή κατάσταση, αν και οι πάρτες, γενικά, είναι καλύτερα διατηρημένες από την παρτιτούρα. 

    Οι πηγές για το έργο 22 είναι δύο αυτόγραφες παρτιτούρες και δύο αυτόγραφες σειρές από πάρτες.7 Τα τετράδια δεν φέρουν έντυπη ονομασία κατασκευαστή, ούτε υδατόσημο, συνεπώς είναι αδύνατον να ταυτοποιηθούν και δεν βοηθούν στην επιβεβαίωση της χρονολόγησης του κομματιού. Επίσης, αντίθετα από την περίπτωση του έργου 15, τα τετράδια με τις πάρτες δεν ταιριάζουν με κανένα από τα δύο τετράδια με τις παρτιτούρες. Όλα τα τετράδια του έργου 22 είναι επίσης σε πολύ κακή κατάσταση.
    Όπως προαναφέραμε, κανένα από τα δύο κουαρτέτα δεν φέρει χρονολόγηση, αν και στο φύλλο 1 recto της δεύτερης παρτιτούρας υπάρχει η διεύθυνση του συνθέτη, γραμμένη με μολύβι: BPKalafatiB(BolshayaMoskovskaya d. 6, kv. 16. [Β. Π. Καλαφάτης / B(ΜεγάληMoskovskaya /h. (κτίριο6, f. (διαμέρισμα16.]. Από την αλληλογραφία του συνθέτη που είναι διαθέσιμη στο αρχείο, φαίνεται ότι είναι η διεύθυνση όπου έμενε από το 1936 μέχρι το τέλος της ζωής του.8

Χρονολόγηση και αρίθμηση
Τα έργα είναι όλα αριθμημένα από τον ίδιο τον συνθέτη· όμως, ενώ στα δημοσιευμένα έργα οι αριθμοί ακολουθούν αυστηρή χρονολογική σειρά, στα αδημοσίευτα η αρίθμηση δεν έχει χρονολογική συνέπεια. Παραδείγματος χάριν, το έργο 9, Trois Bagatelles [Τρεις μπακατέλλες], γράφτηκε κατά τα έτη 1905‒06 και πρωτοεκδόθηκε το 1907. Το έργο 10, Deux Préludes [Δύο πρελούδια], γράφτηκε επίσης το 1906 και εκδόθηκε το 1907. Το έργο 11, Κουιντέτο σε σολ μείζονα, γράφτηκε το 1907, εκτελέστηκε για πρώτη φορά στις 23 Νοεμβρίου 1908 και εκδόθηκε το 1909. Όμως, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Anatoli Kalafati, τόσο το Κουαρτέτο σε σολ ελάσσονα (έργο 15) όσο και το Κουαρτέτο σε φα μείζονα (έργο 22) συνετέθησαν κατά την περίοδο 1906‒07.

    Όσον αφορά το έργο 15, τα τετράδια Jurgenson, στα οποία είναι γραμμένες τόσο η παρτιτούρα όσο και οι πάρτες, τοποθετούν με βεβαιότητα το κομμάτι πριν από το 1917, αφού το 1918 η εταιρεία P. Jurgenson κρατικοποιήθηκε και μετονομάστηκε σε Muzgiz. Για το έργο 22 δεν μπορούμε να βασιστούμε στα τετράδια ώστε να επιβεβαιώσουμε την χρονολόγηση του Anatoli Kalafati, αλλά οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι η περίοδος 1906‒07 φαίνεται εύλογη. Κατά την ίδια εποχή ο Καλαφάτης συνέθεσε επίσης ένα Σεξτέτο που φέρει τη χρονολογία 18 Φεβρουαρίου 1906, ενώ το Κουιντέτο σε σολ μείζονα (έργο 11), γραμμένο το 1907, έχει υφολογικές ομοιότητες με το έργο 22. Μετά από αυτό, φαίνεται πως ο Καλαφάτης δεν έγραψε άλλα έργα μουσικής δωματίου έως το 1929, οπότε άρχισε να συνθέτει το Τρίο με πιάνο σε ντο ελάσσονα (έργο 23). Δυστυχώς δεν υπάρχουν άλλες πληροφορίες από τις οποίες θα μπορούσαμε να αντλήσουμε επιβεβαίωση της χρονολογίας σύνθεσης 1906‒07 για κανένα από τα δύο κουαρτέτα. Επομένως, έχοντας υπόψιν αυτή τη χρονολόγηση, παραμένει ανοιχτό το θέμα της ασυμφωνίας στην αρίθμηση των έργων.
    Η πιο πιθανή εξήγηση είναι ότι ο συνθέτης δεν αρίθμησε τα έργα του κατά τη σύνθεσή τους, αλλά αργότερα, ίσως μετά από κάποιες τελικές αναθεωρήσεις ή διορθώσεις. Αυτή η εξήγηση υποστηρίζεται και από τις αυτόγραφες πηγές. 

ΛΟΥΙΖΑ ΤΣΟΥΓΚΑΡΑΚΗ

Επιπρόσθετες Πληροφορίες

Συνθέτης:

Βασίλης Καλαφάτης

Επιμέλεια:

Λουΐζα Τσουγκαράκη

Διορθώσεις και σχεδιασμός έκδοσης:

Γιάννης Σαμπροβαλάκης

Έτος έκδοσης:

1906-07

Εκδότης:

Κέντρο Ελληνικής Μουσικής

ISMN:

979-0-801168-18-4

Διαστάσεις:

24 x 31

Αριθμός σελίδων:

96